Faculty of English Language and Literature
26-1-1939 (από τη συλλογή: Ο Άνεμος που Αλλάζει, 1939)
Όταν έπεσε η Βαρκελώνη, το θολωμένο τζάμι έστρεψε προς τον κόσμο μια απέραντη ματιά καταστροφής, καθρέφτης προφητείας σε μία σειρά από καθρέφτες. Τη συναντώ σε όλα τα πρόσωπα που βλέπω.
Αποφάσεις της ιστορίας τα ραδιόφωνα ανατρέπουν· Θύελλα πάνω από τις ηπείρους, μαύρες ακτίνες γύρω από τον ηγέτη, Σβήνοντας με αστραπή, το ασήμαντο χάος παραληρεί. Το συναντώ σε όλα τα πρόσωπα που βλέπω.
Έτος ανάστροφο με μια προφητική ημέρα, δυνατός αέρας, ξεχασιάρες πολιτείες, και ο πόλεμος, η τρομερή εποχή που ο καθένας γράφει «ελπίδα». Τη συναντώ σε όλα τα πρόσωπα που βλέπω.
Όταν έπεσε η Βαρκελώνη, η κραυγή στους δρόμους ένωσε ορίζοντες, και ο κύκλος των ματιών κοίταξε με ματιά αρχέγονη εκείνη την εικόνα, την ήττα μεταξύ μας, και τον πόλεμο, και την προφητεία, Τη συναντώ σε όλα τα πρόσωπα που βλέπω.
Μετάφραση: Υπατία-Μαρία Πούλου | 26-1-1939 (from: A Turning Wind, 1939)
When Barcelona fell, the darkened glass turned in the world an immense ruinous gaze, mirror of prophecy in a series of mirrors. I meet it in all the faces that I see.
Decisions of history the radios reverse; Storm over continents, black rays around the chief, Finished in lightning, the little chaos raves. I meet it in all the faces that I see.
Inverted year with one prophetic day, high wind, forgetful cities, and the war, the terrible time when everyone writes “hope.” I meet it in all the faces that I see.
When Barcelona fell, the cry on the roads assembled horizons, and the circle of eyes looked with a lifetime look upon that image, defeat among us, and war, and prophecy, I meet it in all the faces that I see. Translated by Hypatia-Maria Poulou |
Περιμένοντας τον Ίκαρο (από τη συλλογή: Άπαντα Ποιήματα, 1978)
Είπε ότι θα γύρναγε και θα πίναμε μαζί κρασί Είπε ότι όλα θα ήταν καλύτερα από πριν Είπε ότι ήμαστε στην απαρχή μιας νέας σχέσης Είπε ότι ποτέ ξανά δεν θα δείλιαζε μπροστά στον πατέρα του Είπε ότι θα δούλευε πλήρες ωράριο εφευρέτης Είπε ότι με αγαπούσε ότι το να μπαίνει μέσα μου Είπε ότι ήταν σαν να έμπαινε στον κόσμο και στον ουρανό Είπε ότι όλα τα δεσίματα ήταν πολύ σταθερά Είπε ότι το κερί ήταν το καλύτερο κερί Είπε Περίμενέ με εδώ στην παραλία Είπε Μοναχά μην κλαις
Θυμάμαι τους γλάρους και τα κύματα Θυμάμαι τα νησιά καθώς σκοτείνιαζαν στη θάλασσα Θυμάμαι το γέλιο των κοριτσιών Θυμάμαι ότι είπαν πως το μόνο που ήθελε ήταν να φύγει από κοντά μου Θυμάμαι τη μητέρα μου να λέει: Οι εφευρέτες είναι σαν τους ποιητές, ρεμάλια όλοι τους Θυμάμαι μου είπε πως εκείνοι που δοκιμάζουν τις εφευρέσεις είναι οι χειρότεροι Θυμάμαι, πρόσθεσε: Οι γυναίκες που αγαπούν τέτοιους άνδρες είναι οι χειρότερες όλων Περίμενω εδώ όλη την ημέρα, ίσως και περισσότερο. Θα ‘θελα να είχα δοκιμάσει εκείνα τα φτερά εγώ. Θα ήταν καλύτερα από αυτό.
Μετάφραση: Υπατία-Μαρία Πούλου | Waiting for Icarus (from: The Collected Poems, 1978)
He said he would be back and we'd drink wine together He said that everything would be better than before He said we were on the edge of a new relation He said he would never again cringe before his father He said that he was going to invent full-time He said he loved me that going into me He said was going into the world and the sky He said all the buckles were very firm He said the wax was the best wax He said Wait for me here on the beach He said Just don't cry
I remember the gulls and the waves I remember the islands going dark on the sea I remember the girls laughing I remember they said he only wanted to get away from me I remember mother saying: Inventors are like poets, a trashy lot I remember she told me those who try out inventions are worse I remember she added: Women who love such are the worst of all I have been waiting all day, or perhaps longer. I would have liked to try those wings myself. It would have been better than this.
Translated by Hypatia-Maria Poulou |
Ποίημα (από τη συλλογή: Άπαντα Ποιήματα, 1978)
Έζησα στον πρώτο αιώνα των παγκόσμιων πολέμων. Τα περισσότερα πρωινά ήμουν λίγο πολύ τρελαμένη. Οι ειδήσεις θα ξεχύνονταν από διάφορα μέσα Οι εφημερίδες με τις απρόσεχτες ιστορίες τους θα έφθαναν, Διακοπτόμενες από προσπάθειες να πουλήσουν προϊόντα σε αυτούς που δεν τους έβλεπαν. Καλούσα τους φίλους μου με άλλα μέσα: Είχαν λίγο πολύ τρελαθεί για παρόμοιους λόγους. Με αργές κινήσεις έπαιρνα πέννα και χαρτί, Να φτιάξω τα ποιήματά μου για αυτούς που δεν τους έβλεπα, αγέννητους. Στη διάρκεια της ημέρας θυμόμουν εκείνους τους άνδρες και τις γυναίκες, Τους γενναίους, να στέλνουν σινιάλα σε μακρινές αποστάσεις, Αναζητώντας έναν ανώνυμο τρόπο ζωής, με σχεδόν ασύλληπτες αξίες. Καθώς τα φώτα έπεφταν, και τα φώτα της νύχτας δυνάμωναν, Προσπαθούσαμε να τους φανταστούμε, να βρούμε ο ένας τον άλλον, Να κάνουμε ειρήνη, να κάνουμε έρωτα, να συμφιλιώσουμε Ξύπνιο με ύπνο, τον έναν μας με τον άλλον, Τους εαυτούς μας με τους εαυτούς μας. Προσπαθούσαμε με κάθε τρόπο Να φθάσουμε στα όρια μας, να ξεπεράσουμε τα όρια μας Να ελευθερωθούμε από τα μέσα, να ξυπνήσουμε.
Έζησα στον πρώτο αιώνα αυτών των πολέμων.
Μετάφραση: Υπατία-Μαρία Πούλου | Poem (from: The Collected Poems (1978)
I lived in the first century of world wars. Most mornings I would be more or less insane. The news would pour out of various devices The newspapers would arrive with their careless stories, Interrupted by attempts to sell products to the unseen. I would call my friends on other devices; They would be more or less mad for similar reasons. Slowly I would get to pen and paper, Make my poems for others unseen and unborn. In the day I would be reminded of those men and women, Brave, setting up signals across vast distances, Considering a nameless way of living, of almost unimagined values. As the lights darkened, as the lights of night brightened, We would try to imagine them, try to find each other, To construct peace, to make love, to reconcile Waking with sleeping, ourselves with each other, Ourselves with ourselves. We would try by any means To reach the limits of ourselves, to reach beyond ourselves, To let go the means, to wake.
I lived in the first century of these wars.
Translated by Hypatia-Maria Poulou |
Τα Μπλουζ της Αυτοκτονίας (από τη συλλογή: Κτήνος εν Όψει, 1944)
Θέλω να εκφραστώ με τη φωνή μου Θέλω να εκφραστώ με την πραγματική μου φωνή!
Αυτός ο δρόμος οδηγεί στον λευκό άνεμο Όμως δεν είμαι ακόμη έτοιμη να πάω εκεί Όχι με πραγματική μου φωνή.
Ο ποταμός. Ξέρεις από πού πηγάζει ο ποταμός ; Ο ποταμός προέρχεται από έναν ψηλό άνδρα, Από την πραγματική του φωνή
Ξέρεις πού ο ποταμός ρέει; Ο ποταμός ρέει σε μια γυναίκα που τραγουδά, Στην πραγματική φωνή της.
Μπορείς να φανταστείς ποια είναι η αλήθεια; Το κακό έχει συνωμοτήσει να κάνει τον κόσμο γεμάτο θάνατο Μια πλασματική φωνή.
Ο θανατόκοσμος με σκότωσε όταν λάμπουν τα λουλούδια, Την άνοιξη, μπροστά στα μάτια των μικρών παιδιών, με πέταξε φλεγόμενη από το παράθυρο Και όλοι οι εχθροί μου τηλεφώνησαν στους φίλους μου, Όμως τα πόδια μου έφυγαν τρέχοντας τριγύρω απ’ το κτίριο εκείνο χορεύοντας το μπλουζ της αυτοκτονίας.
Με πέταξαν στη θάλασσα Το φως του ήλιου έτρεχε στο πρόσωπό μου, Το νερό ήταν μπλε, το νερό ήταν σκοτεινό καφέ. Και το κομμένο κεφάλι μου κολύμπησε γύρω από εκείνο το σκάφος Τρεις φορές γύρω και δεν έλεγε να βυθιστεί.
Πάρα πολλή ζωή, αγάπη μου, αγκαλιές και φλέβες δυνατές, Όλες μου οι αισθήσεις μιλούν με την πραγματική φωνή μου, Πάρα πολλά λουλούδια, ένας ήλιος που ξέρει πάρα πολλά, Πάρα πολλή ζωή για να σκοτωθεί.
Μετάφραση: Υπατία-Μαρία Πούλου | Suicide Blues (from: Beast in View, 1944)
I want to speak in my voice I want to speak in my real voice!
This street leads into the white wind I am not yet ready to go there Not in my real voice.
The river. Do you know where the river springs? The river issues from a tall man, From his real voice
Do you know where the river is flowing? The river flows into a singing woman, In her real voice.
Are you able to imagine truth? Evil has conspired a world of death An unreal voice.
The death-world killed me when the flowers shine, In spring, in front of the little children, It threw me burning out of the window And all my enemies phoned my friends, Buτ my legs went running around that building Dancing to the suicide blues.
They flung me into the sea The sunlight ran all over my face, The water was blue, the water was dark brown. And my severed head swam around that ship Three times around and it wouldn’t go down.
Too much life, my darling, embraces and strong veins, Every sense speaking in my real voice, Too many flowers, a too-knowing sun, Too much life to kill.
Translated by Hypatia-Maria Poulou |