Homepage » Index of Poets » LORNA DEE CERVANTES (1612-1672) » Translatiions

Λόρνα Ντη Σερβάντες Μεταφράσεις

Tο Καλοκαίρι Τελειώνει Πολύ Γρήγορα

(από τη συλλογή: Κινητήριος, 2006)

 

Ήταν το τελευταίο πράγμα που είπε. Όμορφη
Μαρία, Χαίρε Μαρία. Η Μαρία να ξεφεύγει
από τις γροθιές του πατέρα της—και τις δικές του. Η Μαρία να προσεύχεται κάτω από το τραπέζι. Η Μαρία να σιγομουρμουρίζει πονεμένα
τραγούδια στο μπάνιο. Η Μαρία να χτενίζει τη γλίτσα του απ’ τα μαλλιά της. Η Μαρία να υπηρετεί αφέντες. Δεκαεπτά χρονών
Μαρία. Η Μαρία, η δική σου Δέσποινα του Φυλαγμένου Μυστικού. Η Μαρία να χορεύει καταπώς του καπνίσει. Η Μαρία να πλένει
τα εσώρουχά της στην τουαλέτα. Δυο
μέρες μετά από την αποφοίτηση, η Μαρία
να κρέμεται από το κλαδί. Η Μαρία, το γλυκό μωβ φρούτο της αμαρτίας του.
Χαίρε Μαρία.

 

Μετάφραση: Θάλεια Παππά

Summer Ends Too Soon

(from: Drive, 2006)


Was the last she said. Beautiful
Maria, Ave Maria. Maria dodging
father's fists—and his. Maria praying
under the table. Maria crooning pain
songs in the bathroom. Maria combing
his sludge out of her hair. Maria
serving masters. Seventeen year
old Maria. Maria, your Lady
of the Kept Secret. Maria dancing
to his temper. Maria washing
her panties in the toilet. Two
days after graduation, Maria
swaying from the limb. Maria,
sweet purple fruit of his sin.
Ave Maria. 

 

Translated by Thalia Pappa

   

 Το Σώμα ως Braille

(από τη συλλογή: Νέες Γραφές: Ημερήσια Ποίηση, ραδιοφωνική εκπομπή, 1992)


Αυτός μου λέει “Η πλάτη σου
είναι τόσο όμορφη”. Περιδιαβαίνει
την ραχοκοκαλιά μου με το χέρι του.

Καίγομαι σαν το άσπρο δαχτυλίδι
γύρω απ’ το φεγγάρι. “Μάγισσας φεγγάρι”,
dijo mi abuela. Στα σχολεία το λένε
“αντανάκλαση παγωμένων κρυστάλλων”.
Μια καταιγίδα αναβράζει στο καζάνι
του ουρανού. Είμαι ερωτευμένη

αλλά δεν θα του πω
αν αυτό είναι οιωνοί
ή πάγος.

 

Μετάφραση: Θάλεια Παππά

The Βody as Braille

(from: New Letters: Poems for the Day, radio broadcast, 1992)


He tells me “Your back
is so beautiful.” He traces
my spine with his hand.

I’m burning like the white ring
around the moon. “A witch’s moon,”
dijo mi abuela. The schools call it

“a reflection of ice crystals.”
It’s a storm brewing in the cauldron
of the sky. I’m in love

but won’t tell him
if it’s omens
or ice.

 

Translated by Thalia Pappa

   

Το Πρώτο Κουνέλι του Θείου

 

Ήταν καλό παιδί
περπατούσε μέσα απ' τα
πεύκα της Σάντα Μπάρμπαρα
βλέποντας την ριπή του χνουδιού
καθώς σκόπευε με την καραμπίνα
και το απαίσιο τραγούδι άρχισε.
Ήταν δέκα χρονών,
κυνηγώντας το βραδινό του παππού μου.
Είχε ονειρευτεί να τρέχει
φορτωμένος την καραμπίνα στον ώμο, προς την πόλη,
να την πουλάει και να φεύγει με
το επόμενο τρένο.

Πενήντα χρόνια
έχουν περάσει κι ακόμα ακούει
το κουνέλι.

 

Μετάφραση: Θάλεια Παππά

Uncle's First Rabbit


He was a good boy
making his way through
the Santa Barbara pines,
sighting the blast of fluff
as he leveled the rifle,
and the terrible singing began.
He was ten years old,
hunting my grandpa's supper.
He had dreamed of running,
shouldering the rifle to town,
selling it, and taking the next
train out.

Fifty years
have passed and he still hears
that rabbit.

 

Translated by Thalia Pappa

   

Ποίημα για τον Νεαρό Λευκό Άντρα Που Με Ρώτησε Πώς Εγώ, Ένα Έξυπνο, Πολυδιαβασμένο Άτομο, Είναι Δυνατόν να Πιστεύει στον Φυλετικό Πόλεμο

(από τη συλλογή Φτερωτή, 1981)

 

Στην χώρα μου δεν υπάρχουν διακρίσεις.

Η συρματοπλεγμένη πολιτική της καταπίεσης

έχει καταρριφτεί εδώ και πολύ καιρό. Το μόνο που θυμίζει

τις παλιές μάχες, είτε αυτές που κερδήθηκαν είτε αυτές που χάθηκαν, είναι ένα λεπτό

αυλάκι στα γόνιμα λιβάδια.

 

Στην χώρα μου

οι άνθρωποι γράφουν ποιήματα για την αγάπη,

γεμάτα με τίποτα άλλο παρά από χαρούμενες παιδιάστικες συλλαβές.

Όλοι διαβάζουν Ρώσικες ιστορίες και βουρκώνουν.

Δεν υπάρχουν σύνορα.

Δεν υπάρχει πείνα, ούτε

επιτηδευμένος λιμός ή λαιμαργία.

 

Δεν είμαι μια επαναστάτρια.

Δεν πιστεύω καν στα πολιτικά ποιήματα.

Νομίζεις ότι μπορώ να πιστέψω σ’ ένα πόλεμο μεταξύ των φυλών;

Μπορώ να το διαψεύσω. Μπορώ να το ξεχάσω

όταν είμαι ασφαλής

και ζω στην δικιά μου ήπειρο της αρμονίας

και στο σπίτι, αλλά δεν είμαι

εκεί.

 

Πιστεύω στην επανάσταση

επειδή παντού οι σταυροί καίγονται,

Ναζιστές που παρελαύνουν πυροβολούν

ακροβολισμένοι σε κάθε γωνιά,

υπάρχουν ελεύθεροι σκοπευτές στα σχολεία…

(Ξέρω ότι δεν το πιστεύεις.

Νομίζεις  ότι δεν είναι τίποτα άλλο

παρά μια ιδιότροπη υπερβολή. Αλλά αυτοί

δεν πυροβολούν προς εσένα.)

 

Είμαι σημαδεμένη από το χρώμα του δέρματος μου.

Οι σφαίρες είναι διακριτικές και σχεδιασμένες να σκοτώνουν αργά.

Στοχεύουν στα παιδιά μου.

Αυτά είναι γεγονότα.

Άσε με να σου δείξω τις πληγές μου: το μυαλό μου που κομπιάζει,

Την όλο « συγγνώμη» γλώσσα μου, και αυτήν την

μίζερη έγνοια

που σου δίνει την αίσθηση ότι δεν είσαι αρκετά καλός.

 

Αυτές οι σφαίρες θάβουν πιο βαθιά απ’ ότι η λογική.

Ο ρατσισμός δεν είναι διανοητικός.

Δεν μπορώ να εξηγήσω λογικά αυτές τις ουλές.

 

Έξω από την πόρτα μου

υπάρχει ένας αληθινός εχθρός

που με μισεί.

 

Είμαι μια ποιήτρια

που λαχταρά να χορέψει στις σκεπές,

να ψιθυρίσει λεπτεπίλεπτους στίχους για την χαρά

και την ευλογία της ανθρώπινης κατανόησης.

Προσπαθώ. Πηγαίνω στην χώρα μου, τον πύργο των λέξεων μου και

μανταλώνω την πόρτα, αλλά η γραφομηχανή δεν σβήνει

τους ήχους του αναθεματισμένου και πνιχτού εγκλήματος.

Οι δικές μου μέρες με χαστουκίζουν κατάμουτρα.

Κάθε μέρα με κατακλύζουν θύμησες

ότι αυτή δεν είναι

η γη μου

κι όμως αυτή είναι η γη μου.

Δεν πιστεύω στον φυλετικό πόλεμο

αλλά σ’ αυτήν την χώρα

υπάρχει πόλεμος.

  

Μετάφραση: Θάλεια Παππά

Poem for the Young White Man Who Asked Me How I, an Intelligent, Well-Read Person, Could Believe in the War between Races

(from Emplumada, 1981)

 

In my land there are no distinctions.

The barbed wire politics of oppression

have been torn down long ago. The only reminder

of past battles, lost or won, is a slight

rutting in the fertile fields.

 

In my land

people write poems about love,

full of nothing but contented childlike syllables.

Everyone reads Russian short stories and weeps.

There are no boundaries.

There is no hunger, no

complicated famine or greed.

 

I am not a revolutionary.

I don't even like political poems.

Do you think I can believe in a war between races?

I can deny it. I can forget about it

when I'm safe,

living on my own continent of harmony

and home, but I am not

there.

 

I believe in revolution

because everywhere the crosses are burning,

sharp-shooting goose-steppers round every corner,

there are snipers in the schools...

(I know you don't believe this.

You think this is nothing

but faddish exaggeration. But they

are not shooting at you.)

I'm marked by the color of my skin.

The bullets are discrete and designed to kill slowly.

They are aiming at my children.

These are facts.

Let me show you my wounds: my stumbling mind, my

“excuse me” tongue, and this

nagging preoccupation

with the feeling of not being good enough.

 

These bullets bury deeper than logic.

Racism is not intellectual.

I can not reason these scars away.

 

Outside my door

there is a real enemy

who hates me.

 

I am a poet

who yearns to dance on rooftops,

to whisper delicate lines about joy

and the blessings of human understanding.

I try. I go to my land, my tower of words and

bolt the door, but the typewriter doesn't fade out

the sounds of blasting and muffled outrage.

My own days bring me slaps on the face.

Every day I am deluged with reminders

that this is not

my land

and this is my land.

I do not believe in the war between races

but in this country

there is war.

 

 Translated by Thalia Pappa