Της Ξεχασιάρας Θάλασσας (από τη συλλογή: Ποιητές ενάντια στον Πόλεμο, 2003)
Μερικές φορές, ξεχνώ τον ήλιο που βυθίζεται στον ωκεανό.
Η έρημος είναι μόνο μια χούφτα της άμμου που κρατάει η κόρη μου.
Στη χούφτα της κρατά μικρά πλάσματα, ακολουθεί ένα μυρμήγκι, έναν ψύλλο πως κινείται πάνω από κάθε κόκκο.
Τους φέρνει σε μέρη όπου νομίζει ότι είναι ασφαλή:
σ' ένα νησί από ξύλα που επιπλέουν, στον κόμβο ενός θάμνου βατόμουρων, σε μια ήπειρο χλόη.
Τα μυρμήγκια της φωτιάς μεταφέρονται σε κλαδιά, και τα ζωύφια φτυαρίζονται στην πτυχή μιας εφημερίδας.
Προσπαθεί να τα βοηθήσει προτού να γίνουν πραγματικότητα τα σχέδια των παλιρροιών για τις ζωές τους.
Ξέρει για τις οικογένειες που μένουν πάντα μαζί που διπλώνουν μαζί όπως τα χέρια, σαν ένα, ένας ορίζοντας τανκσ που επελαύνουν.
Εδώ ο πόλεμος είναι μόνο χαρτί εφημερίδας.
Πόσο εύκολο είναι να μην σκέφτεσαι γι’ αυτό καθώς κοιμόμαστε κάτω από τον ήρεμο ουρανό μας, γλιστρούμε μέσα στον αφρό, ανέμελα κύματα εμφανίζονται μπροστά μας ατελείωτα.
Μετάφραση: Σοφία Βασιλική Αλεξίου | Of a Forgetful Sea (from: Poets against the War, 2003) Sometimes, I forget the sun sinking into ocean.
Desert is only a handful of sand held by my daughter.
In her palm, she holds small creatures, tracks an ant, a flea moving over each grain.
She brings them to places she thinks are safe:
an island of driftwood, the knot of a blackberry bush, a continent of grass.
Fire ants carried on sticks, potato bugs scooped into the crease of a newspaper.
She tries to help them before the patterns of tides reach their lives.
She knows about families who fold together like hands, a horizon of tanks moving forward.
Here war is only newsprint.
How easy it is not to think about it as we sleep beneath our quiet sky, slip ourselves into foam, neglectful waves appearing endless. Translated by Sofia-Vassiliki Alexiou |
Μια Γοργόνα Αμφισβητεί το Θεό (από τη συλλογή: Μικροί Κόμποι, 2004) Σαν κορίτσι, μισούσε το ίχνος οποιουδήποτε πράγματος πάνω στα πτερύγια της. Τώρα είναι μερικώς μυρμήγκι, μερικώς σκολόπενδρα. Εκεί όπου οι αμμόλοφοι εκτείνονται μες στα μονοπάτια, αρτηρίες εμφανίζονται. Η αιματική της πίεση είναι θερμοκρασία μαζί με ταχύτητα ανέμου.
Όπου η θρησκεία είναι χίλια μίλια ακτής, απέραντη, εκείνη είναι οικεία με το μέγεθος του φεγγαριού, με τις αλλαγές της παλίρροιας. Φοράει τον αφρό των κυμάτων σα στολή, ξέρει οτι απο κάτω είναι η φαντασία, όχι κάτι για να προσευχηθεί.
Τώρα οι ερωτήσεις της περιλαμβάνουν παραμύθια, ξεκινούν απο ένα κήπο και οδηγούν σε χέρια βαμμένα σε οροφή παρρεκκλησίου. Θέλει να βαστήξει τη φαλαρίδα, τη σκιά των αγγέλων πάνω στην ακτή. Κλέβει μία Βίβλο απο το Πανδοχείο της Ακτής--
θα την εμπιστευτεί μόνο αν επιπλέει.
Μετάφραση: Παναγιώτης Μουτσούνης | A Mermaid Questions God (from: Small Knots, 2004) As a girl, she hated the grain of anything on her fins. Now she is part fire ant, part centipede. Where dunes stretch into pathways, arteries appear. Her blood pressure is temperature plus wind speed.
Where religion is a thousand miles of coastline, she is familiar with moon size, with tide changes. She wears the cream of waves like a vestment, knows undertow is imaginary, not something to pray to.
Now her questions involve fairytales, begin in a garden and lead to hands painted on a chapel's ceiling. She wants to hold the ribbon grass, the shadow of angels across the shore. She steals a Bible from the Seashore Inn;
she will trust it only if it floats. Translated by Panagiotis Moutsounis |