Faculty of English Language and Literature
Αν Έρθεις Σιγανά (από τη συλλογή: Άπαντα Ποιήματα της Ωντρ Λορντ, 1997)
Αν έρθεις σιγανά Όπως ο άνεμος ανάμεσα στα δέντρα Ίσως ακούσεις ό,τι ακούω Δεις ό,τι η θλίψη βλέπει. Αν έρθεις τόσο ελαφρά Όσο μια αλαφροκέντητη δροσιά Θα σε πάρω ευχαρίστως Χωρίς να σου ζητήσω πιο πολλά. Μπορείς να κάτσεις δίπλα μου Σιωπηλή σαν μια αναπνοή Μόνο εκείνοι που παραμένουν νεκροί Θα θυμούνται το θάνατο. Κι αν έρθεις θα είμαι σιωπηλή Ούτε θα σου πω σκληρά λόγια. Ούτε θα σε ρωτήσω γιατί τώρα. Ή πως, ή τι κάνεις. Θα καθίσουμε εδώ, απαλά Κάτω από δυο διαφορετικά χρόνια Και οι πλούσιοι ανάμεσά μας Θα πιουν τα δάκρυά μας.
Μετάφραση: Δήμητρα Φουρλεμάδη και Γεωργία Φουρλεμάδη | If You Come Softly (from The Collected Poems of Audre Lorde, 1997)
Ιf you come as softly As the wind within the trees You may hear what I hear See what sorrow sees. If you come as lightly As threading dew I will take you gladly Nor ask more of you. You may sit beside me Silent as a breath Only those who stay dead Shall remember death. And if you come I will be silent Nor speak harsh words to you. I will not ask you why now. Or how, or what you do. We shall sit here, softly Beneath two different years And the rich between us Shall drink our tears.
Translated by Dimitra Fourlemadi and Georgia Fourlemadi |
Μαύρη Μάνα Γυναίκα (από τη συλλογή: Άπαντα Ποιήματα της Ωντρ Λορντ, 1997)
Δεν μπορώ να σε θυμηθώ ευγενική Κι όμως μέσα από την ασήκωτη αγάπη σου έγινα κατ’ εικόνα της κάποτε ευαίσθητης σάρκα σου διχασμένη από απατηλές επιθυμίες. Όποτε έρχονται ξένοι και με κολακεύουν το ηλικιωμένο πνεύμα σου υποκλίνεται αντηχώντας από περηφάνεια μα κάποτε έκρυβες αυτό το μυστικό βαθιά μέσα στην οργή κρεμώντας μου το πλούσιο στήθος σου και τα σκληρά μαλλιά την ίδια σου τη διχασμένη σάρκα και τα πολύπαθα μάτια σου θαμμένα σε μύθους χωρίς αξία.
Αλλά εγώ ξεφλούδισα το θυμό σου ως βαθιά στον πυρήνα της αγάπης και κοίτα, μητέρα, είμαι ένας σκοτεινός ναός όπου το αληθινό σου πνεύμα ανατέλλει όμορφο και σκληρό σαν κάστανο στήριγμα ενάντια στους εφιάλτες σου περί αδυναμίας και αν τα μάτια μου κρύβουν μια στρατιά από αντικρουόμενες επαναστάσεις έμαθα από σένα να προσδιορίζω τον εαυτό μου μέσα από τις αρνήσεις σου.
Μετάφραση: Δήμητρα Φουρλεμάδη και Γεωργία Φουρλεμάδη | Black Mother Woman (from The Collected Poems of Audre Lorde, 1997)
I cannot recall you gentle. Through your heavy love I have become an image of your once delicate flesh split with deceitful longings. When strangers come and compliment me your aged spirit takes a bow jingling with pride but once you hid that secret in the center of furies hanging me with deep breasts and wiry hair with your own split flesh and long suffering eyes buried in myths of no worth.
But I have peeled away your anger down to its core of love and look mother I am a dark temple where your true spirit rises beautiful and tough as a chestnut stanchion against your nightmares of weakness and if my eyes conceal a squadron of conflicting rebellions I learned from you to define myself through your denials.
Translated by Dimitra Fourlemadi and Georgia Fourlemadi |
Το Γυναικείο Κόλπο (από τη συλλογή: Άπαντα Ποιήματα της Ωντρ Λορντ, 1997)
Οι κυνηγοί επέστρεψαν από εκεί που χτύπαγαν το πρόσωπο του χειμώνα σε αναζήτηση μιας πρόκλησης ή ενός σκοπού σε αναζήτηση τροφής φτιάχνοντας νέα χνάρια για την πείνα των παιδιών τους δεν βλέπουν τον ήλιο δεν μπορούν να φορέσουν τη θερμότητά του για σημάδι θριάμβου ή ελευθερίας· οι κυνηγοί γυρίζουν με βήμα βαρύ στο σπίτι μέσα από χιόνι που έχει σημαδευτεί με τις ίδιες τους τις ματωμένες πατημασιές. με άδεια χέρια οι κυνηγοί επιστρέφουν τρελαμένοι από το χιόνι, συντηρούμενοι από την οργή τους.
Τη νύχτα μετά το φαγητό ίσως αναζητήσουν νεαρά κορίτσια για τη διασκέδασή τους. Αλλά τώρα οι κυνηγοί έρχονται και τα άγουρα κορίτσια το σκάνε φοβούμενα το θυμό τους. Όλη αυτήν την ημέρα λαχταρώ φαγητό για το παιδί μου με άδεια χέρια έρχονται οι κυνηγοί φωνάζοντας αδικίες στάζουν από το στόμα τους σαν πολυκαιρισμένο χιόνι που λιώνει στο φως του ήλιου.
Στο μεταξύ εκείνο το γυναικείο κόλπο που με δίδαξε η μητέρα μου φουσκώνει και ψήνει από πάνω του χιόνι σαν ένας μαυριδερός ήλιος που ανατέλλει.
Μετάφραση: Δήμητρα Φουρλεμάδη και Γεωργία Φουρλεμάδη | The Woman Thing (from The Collected Poems of Audre Lorde, 1997)
The hunters are back from beating the winter’s face in search of a challenge or task in search of food making fresh tracks for their children’s hunger they do not watch the sun they cannot wear its heat for a sign of triumph or freedom; The hunters are treading heavily homeward through snow that is marked with their own bloody footprints. empty-handed, the hunters return snow-maddened, sustained by their rages.
In the night after food they may seek young girls for their amusement. But now the hunters are coming and the unbaked girls flee from their angers. All this day I have craved food for my child’s hunger Empty-handed the hunters come shouting injustices drip from their mouths like stale snow melted in the sunlight.
Meanwhile the woman thing my mother taught me bakes off its covering of snow like a rising blackening sun.
Translated by Dimitra Fourlemadi and Georgia Fourlemadi |